Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

29-01-2008



               Όταν τον βλέπω!

               Τον έρωτα.

               Στα Αθηναικά σοκάκια
                     στα μπροστινά καθίσματα των αυτοκινήτων
                         στη στάση του λεωφορείου
               
                     Ανατριχιάζω
                         Νοιώθω ναυτία-πνίγομαι 
               Στέκομαι στιγμιαία

                    Τότε καταλαβαίνω.
                        Είναι η αίσθηση πως αυτό δεν θα το ξαναζήσεις
                    ποτέ.

                       29/1/08

Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Ιορδάνης Τσομίδης

http://www.youtube.com/watch?v=N0UnHZfhfzk

Η συλλογή


Η συλλογή πραγμάτων είναι πάντα ένα αναπόσπαστο γεγονός της ζωής μας, λίγο μυστικιστικό, όχι σε πρώτο επίπεδο, μα σχεδόν όλοι κάτι μαζεύουμε μανιωδώς στο δρόμο μας. Η Μάνια δεν το είχε σκεφτεί ποτέ πως υπήρχε λόγος να μαζεύει κάτι. Ότι χρειαζόταν το χρησιμοποιούσε και όταν δεν το είχε ανάγκη έμπαινε στην άκρη.
Γεννήθηκε σε μια πόλη του Θεσσαλικού κάμπου; εκεί πήγε σχολείο μαζί με την μικρότερη αδερφή της, ώσπου μια ωραία πρωία κατηφόρισε για την πρωτεύουσα. Μέχρι τούδε δούλευε σε ένα ανθοπωλείο, όχι γιατί της άρεσαν τα λουλούδια, αλλά απλά αυτό βρήκε. Μελαχρινή, με σγουρά μαλλιά, μέτριο ύψος, με πιασίματα, αλλά όμως και τεράστιο στήθος. Στήθος υπερφυσικών διαστάσεων, έτοιμο να σκάσει, έτοιμο να το μαλάξεις. Από άντρες, τίποτα σπουδαίο μέχρι τότε. Στην αρχή και για καιρό ο Κώστας από το διπλανό χωριό και στη συνέχεια ένας δύο τύποι αγροτικού ενδιαφέροντος. Όσον αφορά δε τα περί του έρωτος πεπραγμένα και πάλι τα πράγματα κυλούσαν σε φυσιολογικούς ρυθμούς- καμιά πίπα αραιά και που, πήδημα και όλα καλά.
Η αίτια της αιφνίδιας αναχώρησης για την Αθήνα δεν ήταν άλλη από την περίφημη Θεία της η οποία λόγω της αύξησης του ορίου ηλικίας της , χρειαζόταν την ανηψούδα δίπλα της. Ουχί όμως και δίχως ανταλλάγματα. Δωρεάν σίτιση και στέγαση – και όχι οπουδήποτε. Στην Φωκίωνος Νέγρη παρακαλώ. Οροφοδιαμέρισμα στον πεζόδρομο. Επιπλέον επιμίσθιο ικανοποιητικό – και αυτά. Άφιξη στην Αθήνα με τα πλέον απαραίτητα και άμεση προσπάθεια εγκλιματισμού, κατακαλόκαιρο με αφόρητη ζέστη. Αυτή την υπνωτιστική χαύνωση της πόλης που συναγωνίζεται και τον δεινότερο Ινδό φακίρη. Πρώτες βόλτες στον πεζόδρομο της Νέγρη, ενατένιση βιτρινών, ψώνια για τη θεία από το μικρό παντοπωλείο της γειτονιάς. Αυτό το τελευταίο δεινοσαυρικό απομεινάρι, μετασχηματισμένο προχείρως και μόνο κατ"όνομα σε μίνι μάρκετ, την έκανε να σκέφτεται, δίχως νοσταλγία, δίχως λαχτάρα – μάλλον λοιπόν, για την ακρίβεια της εξιστόρησης, να θυμάται-τα των Θετταλών τα μέρη.
Ο περιώνυμος και επί μακρόν αναμενόμενος  εγκλιματισμός δεν ευοδώνονταν παρά την από μέρους της μεγάλη προσπάθεια. Δίχως παρέες, χωρίς τις τσάρκες στα μεγαλοπρεπή ανοίγματα του κάμπου. Έλειπε η δυνατότητα της ενατένισης. Το βλέμμα, μόνιμα διακόπτονταν από αντικείμενα, ποικίλου μεγέθους άτακτα στοιβαγμένα αλλά με απόλυτη εμμονή στους τόνους του γκρι. Πανδαισία χρωμάτων που περιελίσσονταν με άξονα τόσο σταθερό όσο και μιας αυταρχικής μαιτρέσας. Σταδιακά αποκόπτονταν από την μαγική δύναμη του χώματος. Άρχισε να παρατηρεί ταυτόχρονα με την σταδιακή απώλεια της ζωικής της ενέργειας –vita anima- την τρομαχτική σωματική μεταμόρφωση. Καμπούριασε και το δέρμα στέγνωνε, έχανε την στιλπνότητα του, πότιζε νέφος και τοξίνες-διοξίνες. Τρόμαξε στην σκέψη της μετατροπής σε εξωγήινο ζόμπι. Μόνο κάτι βράδια εξαφανιζόταν ως δια μαγείας και η θεία ανησυχούσε-αλλά η Μάνια είχε έμφυτη την ικανότητα να ηρεμεί το πέριξ αυτής ανθρώπινο δυναμικό και έτσι η ανησυχία και οι ερωτήσεις αποσβένονταν όπως οι κυματισμοί πέτρας πίπτουσας στα νερά της λίμνης.
Έφυγε ταραγμένη, σχεδόν τρέχοντας, νοσταλγώντας τα ελενίτ του κάμπου. Όταν έφτασε βρήκε βιολογικές καλλιέργειες και τσίπουρα ξενέρωτα. Τότε άνοιξε το κουτί με την πρώτη συλλογή της και ξεκίνησε η μηχανή της ανάμνησης να τροφοδοτεί τα γρανάζια της με άριστης ποιότητας latex. Η μικρή καραγκούνα του κάμπου-απευθείας απόγονη των Μυρμιδόνων- τις νευρωτικές νύχτες της πόλης απομυζούσε με περισσή φροντίδα τους περιπλανώμενους νυχτολόγους.
Δεν μπόρεσε, ακόμη και πολλά χρόνια αργότερα, να εξηγήσει στον εαυτό της γιατί το έκανε. Το εκμυστηρεύτηκε σε μια στιγμή αδυναμίας στην κουμπάρα της, που αποδείχτηκε αντάξια της εμπιστοσύνης της. Δεν πέταξε το μαγικό κουτί της που σπάνια το περιεργαζόταν και ποτέ δεν το ξανάνοιξε.
Αθήνα 2009-2010

Σκληρόδερμα




Δεν έβγαζε ποτέ τα γάντια από τα χέρια του. Χειμώνα – Καλοκαίρι, ήταν εκεί σε χρώματα και σχέδια διάφορα.
Ο γιατρός του το είχε ανακοίνωσε λίγους μήνες νωρίτερα.  Έχεις σκληρόδερμα του είπε και φυσικά εκείνος δεν κατάλαβε τίποτα. Βέβαια τα έβλεπε τα χέρια του να αλλάζουν εδώ και καιρό; έχαναν το χρώμα και την αισθαντική τους απαλότητα καθώς άγγιζε το σώμα του. Αργότερα ξεκίνησε να παγώνει και το χαμόγελό του, όσο αστεία κι αν ακούγονταν τα διάφορα που κινούνταν στον αέρα. Σκλήρυνε. Αυτό που ήθελε να καταφέρει μια ζωή, έγινε απότομα. Όπως το ονειρευόταν καθώς ρέμβαζε σε χίλιες μεριές και απίθανα σημεία.
Όλα ξεκίνησαν την ημέρα που αποφάσισε να ξεφυλλίσει τις παλιές σημειώσεις του – ατάκτως ερριμμένες αισθητικά και εννοιολογικά. [Σημείωση 1: Το μοτίβο ηρωποιείται στα όνειρα, ώστε να αποφευχθεί η πίεση του υπερεγώ για την εμφάνιση του ήρωα. Παράρτημα 2.3.12: Η πραγματικότητα στρέφει σταδιακά προς την αυτοχειρία.].  Εκείνη τη στιγμή τα φύλλα δεν είχαν πια την ίδια ηρεμία καθώς τα άγγιζε – τρόμος εις ανάμνησιν της στιγμής – μα ακόμα δεν είχε γίνει τίποτα αντιληπτό. Όταν πια άκουσε και την ετυμηγορία – συστηματικό σκληρόδερμα – ένοιωσε αηδία. Οδύνη και οδύνη.
Έκτοτε διάλεξε την ζωή με τα γάντια. Βέβαια επίκειται και η οριστική πράξη; θα τα ακρωτηριάσει.

                                                                                       Αθήνα  26-05-2007

   Το συστηματικό σκληρόδερμα είναι χρόνια πολυσυστηματική πάθηση η οποία χαρακτηρίζεται κλινικά από πάχυνση του δέρματος λόγω συσσώρευσης συνδετικού ιστού και από δομικές  και λειτουργικές διαταραχές των σπλάγχνων, των πνευμόνων, της καρδιάς και των νεφρών.Ο βαθμός και ο ρυθμός προσβολής του δέρματος και των εσωτερικών οργάνων ποικίλει μεταξύ των ασθενών.  Harrison's Rheumatology 2006, Anthony S. Fauci (Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιάνος)

Ονήσιλος

Ο Ὀνήσιλος, βασίλευσε στην Σαλαμίνα της Κύπρου περί τα τέλη του 6ου π.χ. Ανέτρεψε τον φιλόπερσο αδερφό του και επαναστάτησε εναντίον των Περσων συνασπιζόμενος με πλείστους τους Κυπρίους - πλην Αμαθουσίων το 499 π.χ. Η επανάσταση καταλύθηκε και ο Ονήσιλος αποκεφαλίσθηκε από τους Αμαθούσιους και το κεφάλι του κρεμάσθηκε για παραδειγματισμό έξω από τα τείχη της πόλης. Στο γυμνό κρανίο του Ονήσιλου όμως μέλισσες έφτιαξαν την φωλιά τους γεγονός που οδήγησε τους κατοίκους της πόλης να πάρουν χρησμό από το μαντείο  το οποίο και απάντησε "Την μεν κεφαλήν κατελόντας θάψαι, Ονησίλω δε θύειν ως ήρωι ανά παν έτος". Αυτά τα διηγείται ο Ηρόδοτος-Ηροδότου Ιστορίαι Βιβλίο Ε,Τερψιχόρη - "Κύπριοι δὲ ἐθελονταί σφι πάντες προσεγένοντο πλὴν Ἀμαθουσίων· ἀπέστησαν γὰρ καὶ οὗτοι ὧδε ἀπὸ Μήδων. ἦ Ὀνήσιλος Γόργου μὲν τοῦ Σαλαμινίων βασιλέος ἀδελφεὸς νεώτερος, Χέρσιος δὲ τοῦ Σιρώμου τοῦ Εὐέλθοντος παῖς"

Ο Παντελής Μηχανικός (1926-1979) αφιέρωσε στον Βασιλιά της Κύπρου το παρακάτω ποίημα κάποιους αιώνες μετά τον Ηρόδοτο.

      Ονήσιλος

     Δίπλα μου ήτανε ο Ονήσιλος
     βγαλμένος απ’ την ιστορία και το θρύλο
     ολοζώντανος.

     Αρχιλεβέντης βασιλιάς αυτός
     κρατούσε στο χέρι ό,τι του ΄χε απομείνει:
     ένα καύκαλο
     ―το δικό του κρανίο―
     γεμάτο μέλισσες.

     Δέκα χρόνια έστελλε τις μέλισσές του ο Ονήσιλος
     να μας κεντρίσουν
     να μας ξυπνήσουν
     να μας φέρουν ένα μήνυμα.

     Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλος
     κι όλες ψοφήσανε απάνω στο παχύ μας δέρμα
     χωρίς τίποτα να νιώσουμε.

     Κι όταν το ποδοβολητό των βαρβάρων
     έφτασε στη Σαλαμίνα
     φρύαξε ο Ονήσιλος.
     Άλλο δεν άντεξε.
     Άρπαξε το καύκαλό του
     και το θρυμμάτισε απάνω στο κεφάλι μου.

     Κ’ έγυρα νεκρός.
     Άδοξος, άθλιος,
     καταραμένος απ’ τον Ονήσιλο

Με αυτή την επεξηγηματική αναφορά για τον τίτλο του blog μου ξεκινώ να γράφω.

Άρης

Χαλάνδρι

29-09-2010